1 March 2012

Απόρρητη Έκθεση Για Την Βιωσιμότητα Του Ελληνικού Χρέους


Μερικές μέρες πριν τη συμφωνία του νέου δανειακού πακέτου οι Ευρωπαίοι ‘εταίροι’ έλαβαν μια απόρρητη έκθεση σχετικά με τη βιωσιμότητα του Ελληνικού χρέους μετά από μια τέτοια συμφωνία. Η έκθεση αυτή διέρευσε αμέσως και μάλιστα τα ΜΜΕ εκτός Ελλάδας έκαναν πολλές αναφορές σε αυτήν, αποκαλώντας τη νέα συμφωνία ως ‘επιστημονική φαντασία’.

Βέβαια ενώ στη Βουλή μας η συζήτηση ήταν αποκλειστικά και μόνο για το πόσο απαραίτητο ήταν το μνημόνιο 2 για τη σωτηρία της Ελλάδας, καμμιά κουβέντα δεν ακούστηκε για αυτή την έκθεση/ Τσιμουδιά. Αμφιβάλλω αν κανένας βουλευτής έκανε τον κόπο να την διαβάσει, μια και δεν μπόρεσα να βρω ελληνική της μετάφραση.
 
Αποφάσισα λοιπόν να την μεταφράσω (ζητώ συγγνώμη αν μερικά σημεία δεν βγάζουν νόημα, αλλά δεν ξέρω όλες τις αντίστοιχες ορολογίες στα ελληνικά). Η κανονική, αγγλική έκδοση της έκθεσης είναι εδώ.

 
Όσοι από εσάς βαριούνται να διαβάσουν όλη την έκθεση, παρακάτω δίνω τα βασικά της σημεία:


1) Με το νέο δανειακό πακέτο υπολογίζεται πως το δημόσιο χρέος θα φτάσει το 129% του ΑΕΠ το 2020. Για να γίνει αυτό:

α) Η οικονομική ανάπτυξη το 2014 θα πρέπει να είναι 4,5% και από κει και πέρα θετική και πάνω από 1% το χρόνο (σημείωση πως η ελληνική οικονομία εδώ και τα τελευταία 5 χρόνια βρίσκεται σε ύφεση της τάξης του 5% ανά έτος).  Αν η ανάπτυξη είναι θετική αλλά κάτω από το 1%, το δημόσιο χρέος το 2020 μπορεί να φτάσει και το 143% του ΑΕΠ.

β) Θα πρέπει να υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 2,5% το χρόνο. Βάση της έκθεσης, η Ελλάδα αναμένεται να έχει πλέονασμα πάνω από 2,5 μόνο το 2014, που σημαίνει πως το δημόσιο χρέος θα βρεθεί σε συνεχή αυξανόμενη τροχιά.
 
γ) Τα έσοδα από τις ιδιωτικοποήσεις πρέπει να είναι τουλάχιστον €50 δις.

δ) Όλες οι διαρθρωτικές τροποποιήσεις που έχουν συμφωνηθεί πρέπει να πραγματοποιηθούν.

2) Παρότι η συμφωνία του PSI θα μειώσει αρχικά το χρέος, αυτό θα εκσφενδονιστελι στο 168% του ΑΕΠ το 2013 λόγω της συρρικνωσης της οικονομίας. 

3) Μεταξύ 2012-2014 η Ελλάδα θα έχει ανάγκες επιπλέον χρηματοδότησης της τάξης των €136 δις πάνω από τα €170 δις που έχουν ήδη συμφωνηθεί. Την περίοδο 2015-2020 θα χρειαστούν άλλα €50 δις. 

4) Η προοπτική της επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές πριν το 2020 είναι αμφίβολη. 

5) Αν οι παραπάνω στόχοι δεν επιτευχθούν (κάτι που είναι και το ποιό πιθανό) το χρέος μπορεί να φθάσει και μέχρι το 178% του ΑΕΠ το 2015.
 
Παρόλ’ αυτά, τα ‘τσακάλια’ της Βουλής μιλάνε ακόμα για επιτυχία και σωτηρία της Ελλάδας!!

 
Παρακάτω όλη η έκθεση:


Ελλάδα: Προκαταρκτική ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους
15 Φεβρουαρίου 2012

Από τότε που έγινε η πέμπτη αναθεώρηση, μια σειρά από εξελίξεις  έχουν επισημάνει την ανάγκη να αναθεωρηθεί η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους (ΑΒΧ). Τα αποτελέσματα του 2011 ήταν χειρότερα από ό,τι αναμενόταν, τόσο από πλευράς ανάπτυξης όσο και από πλευράς δημοσιονομικού ελλείμματος.  Η  μακροοικονομική προοπτική έχει επιδεινωθεί σημαντικά, λόγω των γεγονότων στην Ευρώπη.  Η δημοσιονομική προοπτική έχει επιδεινωθεί λόγω της οικονομίας και λόγω καθυστερήσεων στην ανάπτυξη  φορολογικών-διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Και η στρατηγική του προγράμματος έχει προσαρμοστεί, ώστε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε αρχικές δράσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας (η οποία θα αλλάξει το αναμενόμενο προφίλ της ανάκαμψης και θα έχει συνέπειες για τους  δημοσιονομικούς  λογαριασμούς).  Η ΑΒΧ πρέπει επίσης να ανανεωθεί για να συμπεριλάβει την προβλεπόμενη συμφωνία PSI μεταξύ της ομάδας πιστωτών υπό την ηγεσία του Διεθνές Χρηματοπιστωτικού  Ινστιτούτου (IIF) και των ελληνικών αρχών. 


Η αξιολόγηση δείχνει ότι, σε ένα βασικό σενάριο, το δημόσιο χρέος θα μειωθεί σε περίπου 129% του ΑΕΠ μέχρι το 2020, παραμένοντας πάνω από το επίπεδο του 120% του ΑΕΠ που είχαν θέσει ως στόχο οι Ευρωπαίοι ηγέτες, τον Οκτώβριο. Τα αποτελέσματα  δείχνουν την ανάγκη για πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους από  επίσημες πηγές  ή τον ιδιωτικό τομέα ώστε η τροχιά του χρέους να αλλάξει προς τα κάτω, σύμφωνα με το στόχο επίτευξης του  120% χρέους επί του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Τα αποτελέσματα θα πρέπει να ανανεωθούν ξανά, όταν  πρόσθετα μέτρα για μείωση του χρέους είναι διαθέσιμα.

Υπάρχουν αξιοσημείωτοι κίνδυνοι. Λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό αναμενόμενο επίπεδο και μερίδιο του senior χρέους (Σημείωση: Αυτό είναι το χρέος που πέρνει πρωτεραιότητα πληρωμής), η προοπτικές για την Ελλάδα στο να είναι σε θέση να επιστρέψει στις αγορές  μετά το τέλος του  νέου προγράμματος είναι αβέβαιες και απαιτούν περισσότερη ανάλυση.  Πιθανόν να είναι απαραίτητη η παρατεταμένη οικονομική στήριξη, με κατάλληλους όρους, από επίσημες πηγές.  Επιπλέον, υπάρχει μια θεμελιώδης ένταση μεταξύ των στόχων του προγράμματος για τη μείωση του χρέους και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητα, δεδομένου ότι η εσωτερική υποτίμηση που απαιτείται για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας  της Ελλάδας θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε υψηλότερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στο άμεσο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό,  ένα σενάριο που προκαλεί  ιδιαίτερη ανησυχία περιλαμβάνει εσωτερική υποτίμηση μέσω  βαθύτερης ύφεσης  (λόγω της συνεχιζόμενης καθυστέρησης με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και με την εφαρμογή δημοσιονομικής πολιτικής και ιδιωτικοποιήσεων). Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε μια πολύ υψηλότερη τροχιά του χρέους, με το χρέος να φτάνει μέχρι και το 160%  του ΑΕΠ το 2020. Με δεδομένους τους κινδύνους αυτούς, το ελληνικό πρόγραμμα  παραμένει επιρρεπής σε ατυχήματα, με ερωτήματα να κρέμονται ως προς τη βιωσιμότητά του.


Ι. Υποθέσεις βασικού σεναρίου

Το αναθεωρημένο πλαίσιο του ΑΒΧ ξεκινάει από το ΑΒΧ του Οκτωβρίου και ανανεώνει υποθετικά στοιχεία όσον αφορά μακρο-οικονομία και πολιτική, με βάση διάφορα κριτήρια:

•    Ο δρόμος για την προβλεπόμενη οικονομική ανάκαμψη έχει αναπροσαρμοστεί.  Τρείς παράγοντες  συνέβαλαν στο νέο προφίλ: (α) το χειρότερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα για το 2011 (ανάπτυξη  κάτω από  -6%  έναντι του προβλεπόμενου  -5,5%. (β) η επιδείνωση της (οικονομικής)  προοπτικής για την περίοδο  2012-13 για την Ευρώπη (και παγκοσμίως) και (γ) το αναθεωρημένο πακέτο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκε, το οποίο θα τείνει αρχικά  να εμβαθύνει την οικονομική συρρίκνωση , αλλά θα τραβήξει προς τα εμπρός την ανάκαμψη (μέσω της βελτίωσης κόστους εργασίας ανά μονάδας, η οποία μέσω των άλλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που προϋποθέτονται σε αυτό το πρόγραμμα, μεταφράζεται σε αυξημένη ανταγωνιστικότητα των τιμών και αύξηση των επενδύσεων). Οι μεσοπρόθεσμες  προϋποθέσεις για ανάπτυξη έχουν παραμείνει ίδιες, με την προϋπόθεση ότι το σύνολο της ατζέντας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι σε θέση να προχωρήσει, όπως προβλεπόταν στην ΑΒΧ του Οκτωβρίου.



Η δημοσιονομική πορεία έχει επίσης αναπροσαρμοστεί. Το αναθεωρημένο σχέδιο/πλάνο αντικατοπτρίζει: (α)το ελαφρώς χειρότερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα  για το 2011 (ένα έλλειμμα που εκτιμάται ότι θα είναι 9,25% του ΑΕΠ αντί του προηγουμένως προβλεπόμενου 9%. Και (β) μία αναπροσαρμογή του πρωταρχικού στόχου του ελλείμματος για το 2012 (από 0,2% στο -1% του ΑΕΠ), ώστε να συμπεριληφθεί  το άσχημο αποτέλεσμα του 2011 και η επιδείνωση του μακροοικονομικού πλαισίου (συμπεριλαμβανομένης της επίπτωσης στη βραχυπρόθεσμη δραστηριότητα  από την εφαρμογή πιο φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας), και έτσι να αποφευχθεί μια νέα,  μεγάλη,  αρνητική δημοσιονομική ώθηση.  Η πορεία αυτή θα φέρει την Ελλάδα σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του  4,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2014, όμως επιπρόσθετα μέτρα θα πρέπει να προσδιοριστούν ώστε να εξασφαλισθεί αυτό το αποτέλεσμα.



•    Οι εκτιμώμενες ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών έχουν αυξηθεί. Η διαγνωστική άσκηση Blackrock, το  PSI (συμπεριλαμβανομένου και του πιθανού λογιστικού χειρισμού του), και βελτιωμένες  εκτιμήσεις του κόστους επίλησης (σε αντίθεση με το κόστος ανακεφαλαιοποίησης) έχουν επισημάνει μεγαλύτερες ανάγκες σε σχέση με αυτές που επισημάνθηκαν την περίοδο αναθεώρησης του πέμπτου προγράμματος (€ 50 δις έναντι € 40 δις προηγουμένως). Ανακτήσεις, μέσω της πώλησης  τραπεζικών μεριδίων, δεν αναμένονται να είναι σημαντικά υψηλότερες μεσοπρόθεσμα

•    Η προοπτική πρόσβασης στις αγορές έχει γίνει πιο δυσμενής. Η συμφωνία PSI, η οποία βρίσκεται στην διαδικασία  συμφωνίας  με τους πιστωτές (δείτε πιο κάτω), έχει επιδεινώσει την  προοπτική για νέα πρόσβαση στις αγορές  λόγω της προτεινόμενης δομής συγχρηματοδότησης με το μηχανισμό  του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF)(που ουσιαστικά σημαίνει ότι οποιοδήποτε νέο χρέος θα είναι κατώτερο σε όλα τα υπάρχοντα χρέη). Είναι πλέον αβέβαιο το αν η πρόσβαση στις αγορές μπορεί να αποκατασταθεί στα χρόνια αμέσως μετά το πρόγραμμα αυτό - μια οριστική εκτίμηση για το θέμα αυτό εξαρτάται επίσης από το μέγεθος των ενεργειών για τη μείωση του χρέους, οι οποίες είναι απαραίτητες  ώστε  ο δείκτης  χρέους να είναι στο 120% του ΑΕΠ το 2020. Για τις ανάγκες  κατασκευής του βασικού σεναρίου του ΑΒΧ, προϋποθέτουμε πως  η Ελλάδα θα διατηρήσει καλές οικονομικές  πολιτικές μετά το πρόγραμμα, και  ότι οι ανάγκες  χρηματοδότησης θα καλύπτονται από τους ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, κατά  τους συνήθεις όρους δανεισμού του EFSF.



Οι προϋποθέσεις χρηματοδότησης έχουν αναθεωρηθεί επίσης:

•    Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Οι προϋποθέσεις σχετικά με το PSI ενσωματώνουν πλέον το σχέδιο που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε διαδικασία συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και του γκρουπ πιστωτών υπό την ηγεσία του IIF: (α) μείωση της ονομαστικής αξίας των επιλέξιμων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου κατά 50% (15% πληρώνεται προκαταβολικά σε  βραχυπρόθεσμα notes του EFSF, με το υπόλοιπο 35% να ανταλλάσσεται σε 30ετή ομόλογα αποσβεστέα μετά από 10 χρόνια). (β) επιτόκια 3% για την περίοδοο 2012-20 και 3¾% από το 2021 και μετά. (γ) μία συμπληρωματική πληρωμή συνδεδεμένη στο ΑΕΠ (με ανώτατο όριο το 1% του οφειλόμενου ποσού των νέων ομολόγων) και (δ)  μία δομή συγχρηματοδότησης με  το EFSF για την εκ των προτέρων πληρωμή του 15%. Το σύνολο του χρέους για την ανταλλαγή του χρέους έχει επίσης ανανεωθεί (αν και μία εξαίρεση για τους μη-ιδιώτες πιστωτές,η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό εξέταση από τις αρχές, δεν έχει συμπερηληφθεί στις προϋποθέσεις ). Το ποσοστό συμμετοχής των πιστωτών προϋποτίθεται στο 95%.

•    Επίσημη χρηματοδότηση.  Η χρηματοδότηση από το EFSF αναμένεται να παραμείνει σε τιμή κόστους, αλλά η περίοδος απόσβεσης έχει μειωθεί σε 25 χρόνια, και ο τόκος τώρα προϋποτίθεται ότι θα καταβάλλεται σε ετήσια βάση, αντί σε τριμηνιαία βάση.  Ο δανεισμός από το ΔΝΤ έχει υπολογιστεί με την προϋπόθεση ότι είναι  με όρους EFF και με γενικά  αμετάβλητο ανώτατο όριο έκθεσης σε σχέση με το SBA (και θα χρηματοδοτήσει περίπου τα τρία-ενδέκατα της προβλεπόμενης ανάγκης, εξαιρουμένης της χρηματοδότησης που σχετίζεται με το PSI, την τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση, και τις εισφορές της Ελλάδας στο ESM).  Πιο σημαντικά, η προϋπόθεση της νέας επίσημης χρηματοδότησης  δεν περιλαμβάνει τον αντίκτυπο  πιθανών ξεχωριστών δράσεων από ευρωπαίους εταίρους  για να βοηθήσουν στη μείωση του χρέους στο 120% του ΑΕΠ, που θα τείνουν να μειώσουν τις ανάγκες χρηματοδότησης του προγράμματος.



ΙΙ. Δυναμική Χρέους

Οι προβλέψεις δείχνουν ότι, σύμφωνα με το βασικό σενάριο, και πριν από οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια για τη μείωση το χρέους, ο δείκτης χρέους θα πέσει στο 129% του ΑΕΠ το 2020 (Πίνακας 1). Αυτό είναι αισθητά πιο πάνω από τον στόχο που έθεσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατά τη διάρκεια της Σύνοδο Κορυφής του Οκτωβρίου  (120%  του ΑΕΠ), και πάνω από το ανώτατο όριο που θα μπορούσε να θεωρείται βιώσιμο για την Ελλάδα. Όσον αφορά την  τροχιά, η συμφωνία του  PSI βοηθάει στο να μειώσει αρχικά το χρέος, αλλά το χρέος κατόπιν εκσφενδονίζεται ξανά προς τα πάνω στο 168% του ΑΕΠ το 2013, λόγω της συρρίκνωσης της οικονομίας και ελλιπούς δημοσιονομικής  προσαρμογής.  Οι ανάγκες επίσημης  χρηματοδότησης μεταξύ 2012 και 2014 θα είναι  περίπου €170 δις πριν  περαιτέρω ενεργειών  για τη μείωση του χρέους (ή περίπου € 136 δις επιπλέον από το ποσό που είναι ήδη στο υπάρχων πρόγραμμα). Για την περίοδο 2015-2020 ανάγκες επίσημης  χρηματοδότησης μπορεί να ανέλθουν  σε επιπλέον  € 50 δις (και πάλι πριν από επειπλέον ενέργειες  για τη μείωση του χρέους), αν και ο αριθμός αυτός μπορεί  να είναι
χαμηλότερος, αν η Ελλάδα είναι σε θέση να κερδίσει κάποια περιορισμένη πρόσβαση στις αγορές στα τελευταία χρόνια της δεκαετίας
.


Τα τεστ ακραίων καταστάσεων (stress tests) συνεχίζουν να δείχνουν μια σειρά ευαισθησίες,  με την πλάστιγγα  των κινδύνων να κλίνει κυρίως προς χειροτέρευση των πραγμάτων:

•    Πολιτικές. Όπως και πριν, αν το πρωτογενές πλεόνασμα κολλήσει κάτω από το 2,5% του ΑΕΠ (ένα  επίπεδο που θα υπερβεί  μόνο το 2014), τότε το χρέος θα βρεθεί  σε μία συνεχώς αυξανόμενη τροχιά.  Σημαντικές ελλείψεις από έσοδα  ιδιωτικοποιήσεων  (το να πραγματοποιηθούν   έσοδα της τάξης των  € 10 δις μόνο, μέχρι το 2020,έναντι των  €46 δις), θα αυξήσουν  το επίπεδο του χρέους αισθητά,  και θα επιβραδύνουν  την προβλεπόμενη μείωσή του, αφήνοντάς το στο 148% του ΑΕΠ το 2020.
 
  

  •    Μακρο-παράμετροι.  Τα αποτελέσματα  όσον αφορά το χρέος εξακολουθούν να είναι πολύ ευαίσθητα  σε σχέση με την  ανάπτυξη ή μία ταχύτερη εσωτερική υποτίμηση.  Εάν τακτοποιηθεί το θέμα πρωτογενές πλεονάσματος, μία μικρή ανάπτυξη μόνιμα κάτω από 1% το χρόνο θα ανεβάσει το χρέος στο 143% το ΑΕΠ μέχρι το 2020. Ανάπτυξη μόνιμα μεγαλύτερη του 1% το χρόνο, θα επιτρέψει στο χρέος να πέσει στο 116% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Ευαισθησίες σε αλλαγές των επιτοκίων προκύπτουν μέσω της τιμής του επιτοκίου που χρεώνονεται  στην επίσημη χρηματοδότηση (δεδομένου ότι η Ελλάδα  θα είναι εκτός αγορών για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας,  στο πλαίσιο του  κανόνα δανεισμού). Αν τα σπρεντ στο δανεισμό από την  EFSF ανεβούν κατά 100  μονάδες βάσης, τότε το χρέος θα φτάσει  το 135% του ΑΕΠ μέχρι το 2020.

 

 •    Η συμφωνία PSI. Το χρέος είναι ευαίσθητο ως προς το βαθμό συμμετοχής στη συμφωνία PSI, και επίσης ευαίσθητο ως προς το σύνολο του χρέους στο οποίο η συμφωνία θα εφαρμοστεί. Όσον αφορά τη συμμετοχή, για κάθε μείωση της συμμετοχής κατά 5% (και με προυπόθεση ότι τα ομόλογα που θα κρατηθούν μέχρι τη λήξη τους θα πληρωθούν χωρίς περικοπές), το ποσοστό χρέους επί του ΑΕΠ μέχρι το 2020 θα αναιβεί κατά 2%. Με κάθε αλλαγή στο σύνολο του χρέους κατά €5 δις, το ποσοστό αλλάζει κατά 1% επί του ΑΕΠ.


III. Δυναμική του δημόσιου χρέους κάτω από ένα εναλλακτικό σενάριο αμετάβλητης  πολιτικής

Οι ελληνικές αρχές μπορεί να μην είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν  τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις τακτικές προσαρμογής  στο ρυθμό που προβλέπει το βασικό σενάριο. Η μεγαλύτερη ευελιξία  μισθών μπορεί, πρακτικά,  να βρει αντίσταση  από οικονομικούς παράγοντες. Η απελευθέρωση της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών  μπορεί να εξακολουθήσει να μαστίζεται  από την ισχυρή αντίσταση κεκτημένων συμφερόντων.  Και μεταρρυθμίσεις του επιχειρηματικού περιβάλλοντος μπορούν επίσης να παραμείνουν κολλημένες σε γραφειοκρατικές καθυστερήσεις. Από την πλευρά αφαρμογής του πλάνου,  η Ελλάδα ίσως πάρει περισσότερο χρόνο από αυτόν  που έχουμε προυποθέσει,  για τον εντοπισμό και την εφαρμογή των απαραίτητων  διαρθρωτικών δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων  για τη βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από -1% το 2012 στο 4,5% του ΑΕΠ, και όσον αφορά την πώληση  περιουσιακών στοιχείων καθυστερήσεις μπορεί να προκύψουν λόγω περιορισμών που έχουν να κάνουν με τις αγορές, βάρη επί των περιουσιακών στοιχείων, ή πολιτικά εμπόδια. Και φυσικά ένα λιγότερο ευνοϊκό μακρο-οικονομικό αποτέλεσμα  θα βλάψει τις προοπτικές περαιτέρω εφαρμογών.

Ένα ανάλογα προσαρμοσμένο σενάριο θα βοηθήσει στην κατανόηση αυτών των κινδύνων. Συγκεκριμένα, (το σενάριο αυτό) προυποθέτει πως μία αποτυχία στην αναζωογόνηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων  αναστέλλει την ανάκαμψη, αναγκάζοντας αύξηση της ανεργίας και βαθύτερη ύφεση ώστε να εξασφαλισθεί  εσωτερική υποτίμηση σε μεγαλύτερη χρονική διάρκεια. Ταυτόχρονα, το σενάριο προυποθέτει  ότι αυτές οι δυσκολίες, αλλά και δυσκολίες στον εντοπισμό μεταρρυθμίσεων, καθυστερεί την ολοκλήρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής κατά 3 ολόκληρα χρόνια. Τέλος, προυποθέτει  ότι τα σχέδια ιδιωτικοποιήσεων παίρνουν επιπλέον άλλα  5 χρόνια για να ολοκληρωθούν (με τα έσοδα μέχρι το 2020 να μειώνονται  κατά €20 δις). Οι προοπτικές για επιστροφή στις αγορές καθίστανται ακόμη πιο αβέβαιες. Για επεξηγηματικούς λόγους, οι πρόσθετες απαιτήσεις χρηματοδότησης σε αυτό το σενάριο θεωρούνται  ότι καλύπτονται από τον επίσημο τομέα σε όρους EFSF (υπό την προϋπόθεση ότι, παρά τις καθυστερήσεις, η  Ελλάδα συνεχίζει να κάνει αργή πρόοδο προς τους στόχους του προγράμματος).



Η πορεία του χρέους είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στις καθυστερήσεις του προγράμματος, γεγονός που υποδηλώνει ότι το πρόγραμμα είναι επιρρεπής σε ατυχήματα, και δημιουργεί ερωτήματα ως προς τη βιωσιμότητά του (Πίνακας 2). Σύμφωνα με το εναλλακτικό αυτό σενάριο που περιγράφεται παραπάνω, ο δείκτης του χρέους αναμένεται να κορυφωθεί  στο 178% του ΑΕΠ το 2015. Μόλις ανακτηστεί η ανάπτυξη, η δημοσιονομική πολιτική πετύχει  τον στόχο της, και η ιδιωτικοποίηση επιταχυνθεί, το χρέος θα αρχίσει να μειώνεται αργά αργά. Το χρέος επί του ΑΕΠ θα μειωθεί περίπου στο  160% μέχρι το 2020, πολύ πιο πάνω από τον στόχο του 120% του ΑΕΠ που έθεσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες.  Η ανάγκη χρηματοδότησης μέχρι το 2020 θα ανέλθει ίσως και μέχρι €245 δις. Υπό την προυπόθεση ότι  θα ακολουθήσει ισχυρότερη ανάπτυξη μετά την τελική εξάλειψη του χάσματος  ανταγωνιστικότητας, ο δείκτης χρέους θα συγκλίνει αργά σε αυτόν του βασικού σεναρίου, αλλά πιθανόν μόνο προς τα  τέλη του 2020. Με τέτοιους υψηλούς δείκτες χρέους  στην επόμενη δεκαετία, μικρότερες κρίσεις θα παράγουν μη βιώσιμες δυναμικές, κάνωντας  το πρόγραμμα ιδιαίτερα επιρρεπή στα ατυχήματα.


IV. Επίσημη συμμετοχή του δημόσιου τομέα

Οι προβλέψεις αυτές δεν έχουν υπολογίσει τις ενδεχόμενες ενέργειες των  ΕυρωπαίωνΕταίρων της Ελλάδας για τη μείωση του χρέους επί του ΑΕΠ, βάση του βασικού σεναρίου, κατά  περίπου 9% του ΑΕΠ στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Το ΑΒΧ θα πρέπει να ξαναγίνει όταν πληροφορίες σχετικά με περαιτέρω μέτρα μείωση του χρέους θα είναι διαθέσιμα. Σε αυτό το σημείο, αρκετές  επιλογές που εεξετάζονται είναι ως εξής:

•    Αναδιάρθρωση των δεδουλευμένων τόκων. Τη στιγμή της ανταλλαγής του χρέους, η Ελλάδα αναμένεται να καταβάλει τους τόκους που έχουν προκύψει σε κάθε ομόλογο από το σημείο που πληρώθηκε το κουπόνι τελευταία φορά. Ανάλογα με την ημερομηνία της ανταλλαγής, αυτό εκτιμάται σε περίπου € 5 - 5,5 δις. Η απόφαση για την επιτάχυνση των δεδουλευμένων τόκων και την πρόσθεσή τους στο ποσό του αρχικού κεφαλαίου που είναι προς αναδιάρθρωση, θα μειώσει το δείκτη χρέους το 2020 κατά περίπου 1,5 ποσοστιαίες μονάδες, και θα μειώσει τον  επίσημο φάκελλο χρηματοδότησης κατά τη διάρκεια του προγράμματος  κατά € 5 δις περίπου.

•    Μείωση του επιτοκίου στο μηχανισμό δανειακής διευκόλυνσης της Ελλάδας (GLF). Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εκτιμούν ότι υπάρχει περιθώριο να μειωθεί το σπρεντ στα δάνεια του GLF στις 210 μονάδες κατά τη διάρκειά τους  (έναντι των 200 μονάδων που αυξάνωντε στις  300 μονάδες με την πάροδο του χρόνου). Αυτή η μείωση, εάν εφαρμοστεί, θα μειώσει τον  συνολικό ποσό τόκων της  Ελλάδας (και το έλλειμμα). Η Επιτροπή εκτιμά ότι κάτι τέτοιο θα μειώσει την προβλεπόμενη αναλογία του χρέους  το 2020 κατά περίπου μιάμιση ποσοστιαία μονάδα. Η δημόσια χρηματοδότηση στην περίοδο του προγράμματος  θα μπορούσε επίσης να μειωθεί κατά €0,5 δις περίπου.

•    Η αναδιάρθρωση των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕΚΤ) της ευρωζώνης ως μέρος των επενδύσεών τους. Συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών ομολόγων που κατέχονται από τις ΕΚΤ στο επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο η ανταλλαγή χρέους μέσω  PSI θα μειώσει το δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ το 2020 κατά περίπου 3,5 ποσοστιαίες μονάδες (καθαρά, αφού ληφθούν υπόψη τα ποσά που απαιτούνται για την ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας της Ελλάδας).

•    SMP εισόδημα. Η ροή εσόδων που προκύπτουν από την ομαλή αποπληρωμή των ελληνικών κρατικών ομολόγων που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο SMP της Εωρωπαικής Κεντρικής Τπάπεζας (τόκοι και κεφαλαιακά κέρδη) υποτίθεται ότι θα  μεταφερθούν στις ΕΚΤ. Οι ΕΚΤ, με τη σειρά τους, θα διανέμουν μερίσματα που θα αντανακλούν  αυτό αλλά και άλλα εισοδήματα προς τις εκάστοτε κυβερνήσεις, σύμφωνα με το καταστατικό  ή τους κανονισμούς τους. Αυτό θα μπορούσε να αντικατοπτρίζεται στο ΑΒΧ  εάν κράτη μέλη της ευρωζώνης  κάνουν ρητές δεσμεύσεις να μεταφέρουν  συγκεκριμένα ποσά στην  Ελλάδα. Εάν κράτη μέλη της ευρωζώνης δεσμευτούν να μεταφέρουν, με την πάροδο του χρόνου, συγκεκριμένα ποσά που θα είναι εισοδύναμα με τα  αναμενόμενα έσοδα που θα συγκεντρώνονται  στις κεντρικές τους τράπεζες από την πηγή αυτή, αυτό θα μπορούσε να μειώσει το χρέος επί του ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά περίπου 5,5 εκατοστιαίες μονάδες μέχρι το 2020. Κατά τη διάρκεια του προγράμματος η επίσημη χρηματοδότηση θα μπορούσε να πέσει κατά περίπου € 5 δις ευρώ.




 

No comments:

Post a Comment